Λίγα λόγια για την οικογένειά μου…
Η συστημική εμπλοκή της οικογένειάς μου με οδήγησε να έχω αποσπασματική σχέση με το θέατρο. Ενώ έχω παίξει σε σημαντικές παραστάσεις που απαιτούσαν δεξιοτεχνία και υποκριτική δεινότητα, παίρνοντας βραβείο ερμηνείας στη «Σοφία Απέργη» του Γ. Παπακυριάκη, δεν μπόρεσα να «χτίσω» την καριέρα μου.
Παρόλα αυτά, στο θέατρο νιώθω σαν να είμαι στο σπίτι μου, μιας που το γενεαλογικό μου δέντρο στο βάθος του χρόνου δείχνει το σόι μου να έχει διαδραματίσει σπουδαίο ρόλο στη θεατρική σκηνή. Ο προπάππος μου, Αντριάνο Φορμεντίνι, έρχεται στην Ελλάδα από την Ιταλία. Γεννήθηκε στη Νάπολη, από εύπορη οικογένεια, που είχε δικά της ανθρακωρυχεία.
Έχοντας αγάπη για το θέατρο, συγκρούεται με την οικογένειά του και φτιάχνει δικό του θίασο που κάνει περιοδεία στην Ελλάδα, τα λεγόμενα «μπουλούκια», που εκείνη την περίοδο έρχονται από Ιταλία και οργώνουν την περιοχή, παίζοντας πολλές παραστάσεις. Η εφημερίδα Βόλος, το 1892, γράφει: «ο Ανδρέας Φορμεντίνι, με τον θίασό του, δίνει παράσταση καφενείο του Παπαδάκη».
Κάποια στιγμή, άφησε τη γυναίκα του Βικτωρία στη Χίο και έφυγε στην Ιταλία για κληρονομικές υποθέσεις. Η Βικτωρία, συνευρέθηκε ερωτικά με έναν Σμυρνιό φαντάρο και έμεινε έγκυος σε ένα κορίτσι, το οποίο το εγκατέλειψε στην Αθήνα, σε Ορφανοτροφείο των Αθηνών, αφήνοντάς του ένα μενταγιόν που έγραφε το όνομά του. Αργότερα, το κορίτσι αυτό, όταν μεγάλωσε, έγινε μια από τις μεγαλύτερες πρωταγωνίστριες στην Ελλάδα.
Εκτός όμως από αυτήν την κόρη της, που είναι ένα σκοτεινό σημείο στο οικογενειακό μου δέντρο, η Βικτωρία γέννησε τη Ζηνοβία Παρασκευοπούλου, που ήταν η πρώτη γυναίκα στην Ελλάδα που ανέβηκε σε αεροπλάνο.
Στα Παναθήναια 1911, από κριτική του Σ. Μελά «Χρόνος» 27 Ιούνη 1911 και Χ. Δαραλέξη περιοδ. «Παναθήναια» 15-31 Ιούλη 1911 γράφουν: «Ο Χορός της Αραπίνας, εκτελούνταν από τη Ζηνοβία Παρασκευοπούλου.
Τόσον εύτορνος και σφριγηλή και σεισμόπληκτος» η Ζηνοβία Παρασκευοπούλου, ανέλαβε να αντιγράψει τον χορό κάποιας νέγρας καλλιτέχνιδας της Αλυσίδας, ομόφωνη η κριτική διακήρυξε πως ήταν πολύ καλύτερη από το πρωτότυπό της.
Το 1913 παίρνει μέρος στην πρώτη παρουσίαση της κωμωδίας του Γρ. Ξενόπουλου, «Το Ζευγάρωμα», με τον θίασο Κυβέλης. Ερμήνευσε πρώτη την «Τρισεύγενη» του Κ. Παλαμά το 1915, στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, σε σκηνοθεσία Θ. Οικονόμου. Έπαιξε τη «Μερόπη» του Βερναρδάκη, το 1916.
Με δραματικό και ανεξήγητο τρόπο, πεθαίνει ξαφνικά από δηλητηρίαση. Οι εικασίες της οικογένειάς μου πολλές, αλλά έμειναν στο σκοτάδι, όπως και όλα τα άλλα.
Ο παππούς μου, Χριστιάνο Παντόλφι, είναι αυτός που έφερε στην Ελλάδα την παντομίμα με τον αδερφό του. Συνεργάζεται με τον Φορμεντίνι σε μια περιοδεία και ερωτεύεται μια από τις κόρες του, την Αδαμαντία, που ήταν μόλις 13 χρονών. Την παντρεύεται και περιοδεύουν μαζί με τον Αντριάνο Φορμεντίνι στην Ευρώπη, ως τσιρκολάνοι.
Ο προπάππος μου σκοτώνεται σε νούμερο που έκανε ως ισορροπιστής σε σκοινί, όταν έπεσε χωρίς να υπάρχει από κάτω δίχτυ ασφαλείας. Ο Παντόλφι γυρνάει στην Ελλάδα, γίνεται υποπρόξενος στη Σμύρνη και αλλάζει το όνομά του σε Χρηστίδης. Αργότερα, βρίσκεται στην Κρήτη, όπου και πεθαίνει στην Κατοχή, καθώς και η γυναίκα του Αδαμαντία, που ήταν επίσης ηθοποιός.
Ο Απόστολος Αναγιάννης, ξάδελφός μου, διετέλεσε διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου.
Όταν αργότερα έπαιξα στο Εθνικό, δεν χρησιμοποίησα ούτε εκεί, ούτε αλλού, την ιστορία της οικογένειάς μου για να την επικαρπωθώ. Πέρασα από τρεις οντισιόν και έπαιξα για ένα χρόνο στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.
Το ότι έμειναν «ανολοκλήρωτες υποθέσεις», όπως λέμε στη Gestalt, οι οικογενειακές μου ιστορίες, με ώθησαν να γράψω έναν θεατρικό μονόλογο «αποκατάστασης» για μένα, που πρόκειται να παιχθεί το 2022, με τίτλο «Βικτωρία η θεατρίνα» ή «οι θεατρίνες».
Κατάγομαι από μια μεγάλη θεατρική οικογένεια, που είχε πολλά μυστικά και μου καλλιεργήθηκε από πολύ μικρή το μικρόβιο της ηθοποιού. Άκουγα από τον πατέρα μου, που μου έλεγε πολλές φορές με περηφάνια «Εσύ όταν μεγαλώσεις, θα γίνεις μεγάλη ηθοποιός και θα σε φωνάζουν “Άντα Χρη”. Θα μοιάσεις στη μάνα μου και στις θείες μου.».
Και φυσικά, αυτό προσπάθησα να κάνω, όμως δεν μπορούσα να το ακολουθήσω εύκολα, με ροή και αβίαστα. Θέλεις οι συστημικές εμπλοκές της οικογένειάς μου, θέλεις ένα βάρος που ένιωθα στην καρδιά μου, με έκαναν να μην μπορώ να υπηρετήσω με όλη μου την ύπαρξη το ταλέντο μου. Γιατί, είχα ταλέντο, αυτό το ήξερα, όπως ένιωθα το θέατρο σαν το σπίτι μου.
Ωστόσο, πάντα με έναν παράξενο τρόπο, άκουγα την καρδιά μου. Δεν είναι εύκολο να την ακούσεις, γιατί παρεμβάλλονται πολλές φωνές, που σου υπαγορεύουν το καθήκον.
Όμως εγώ ένιωθα ότι δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Έλεγα πάντα ότι έχω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου, γιατί αν κάτι δεν του αρέσει πολύ, θα μου το πει και δε θα μπορέσω να κάνω διαφορετικά από το να υπακούσω σε εκείνον.
Μια περίεργη σχέση η δική μου με τον εαυτό μου. Δύσκολα παιδικά χρόνια, με πολλή σωματική βία από τη μητέρα μου, αλλά παρόλα αυτά δεν έπαψα να τον ακούω και να λαμβάνω σοβαρά υπόψη μου τα κελεύσματά του.
Περιπλανήθηκα πολύ, μέχρι να μπω στο μονοπάτι της αυτογνωσίας. Και όταν μπήκα, δεν έψαξα ποτέ να βρω πόρτα διαφυγής. Μέχρι τότε, άλλαζα πορεία επαγγελματική, ιδεολογική, ψάχνοντας αυτό που θα με κάνει πιο ισορροπημένη. Αναζητούσα, όπως όλοι, την ευτυχία σε «ροζ σπιτάκι στο λιβάδι» και δε βολευόμουν πουθενά.
Το συναισθηματικό μου κενό εξακολουθούσε να παραμένει στη θέση του. Ούτε οι παρέες, ούτε οι απολαύσεις με έκαναν να ξεχάσω. Βρισκόμουν μόνιμα σε αναζήτηση, χωρίς διέξοδο και δεν έβλεπα από πουθενά φως.
Έπαιζα κατά καιρούς στο θέατρο, σε σημαντικούς ρόλους, αλλά πάντα κάτι μέσα μου το ένιωθα ανολοκλήρωτο.
Η επιτυχία ήρθε και μου χτύπησε την πόρτα πολλές φορές, αλλά δεν μπορούσα να την ανοίξω. Η αυταξία μου ήταν πολύ χαμηλή για να μπορέσω να την υποστηρίξω.
Έβρισκα μόνιμα τρόπους διαφυγής και ένιωθα κυνηγημένη.
Καμία απόλαυση δεν ήταν ικανή να με χαλαρώσει. Ίσως κάποιοι έρωτες, αλλά και εκεί αναπαρήγαγα το μοντέλο της οικογένειάς μου, που είχε πολλούς καβγάδες και εντάσεις καθημερινές.
Είχα φτάσει πραγματικά στο «δεν πάει άλλο», όταν συνάντησα αυτή την πόρτα της αυτογνωσίας. Πολλά χρόνια αυτοανάπτυξης στον Αντώνη Καλογήρου, που ήταν για μένα ο πρώτος μου δάσκαλος. Έπειτα ακολούθησαν πολλοί δάσκαλοι, όπως ο Ν. Θρουβάλας, η Κόσα, ο Γ.Β. Βασιλείου κ.α.
Παράλληλα έκανα τη χοροθεατρική μου ομάδα «Έλξις», όπου δίδασκα κινησιολογία και ανεβάζαμε παραστάσεις που προέκυπταν μέσα από πολλές δικές μου βιωματικές ασκήσεις.
Εκεί πήρα το βάφτισμα της δασκάλας, χωρίς να το πάρω είδηση. Με πήγαινε το σύμπαν σιγά-σιγά στον σκοπό της ζωής μου, που είναι να βοηθώ τους ανθρώπους στο να αντιλαμβάνονται με όλους τους τρόπους τη σχέση με τον εαυτό τους.
Αυτή την πολύπαθη σχέση που περνάει σε όλη σου τη ζωή από σαράντα κύματα. Εμπλεκόμενος στα προβλήματα, οικονομικά, συναισθηματικά και όλων των λογιών τις υποθέσεις, δεν έχεις χρόνο και διάθεση να ασχοληθείς ουσιαστικά με σένα.
Έχω διδάξει μαθήματα χοροθεάτρου σε όλες τις ηλικίες. Από παιδικά τμήματα έως ενήλικες, σε ΚΑΠΗ, στις φυλακές Κορυδαλλού…
Δημιούργησα, μέσω αυτής της πολύτιμης συνεργασίας, ασκήσεις δικές μου, βιωματικές, που τις χρησιμοποιούσα για να διευκολύνω τη χοροθεατρική έκφραση και τη σωματική απελευθέρωση.
Έκανα βιωματικά σεμινάρια, για την απελευθέρωση του σώματος από τα μπλοκαρίσματά του, αλλά ακόμα δε σκεφτόμουν ότι θα μπορούσα να εξελιχθώ σε δασκάλα αυτογνωσίας.
Με έναν εντελώς μαγικό τρόπο οδηγήθηκα σε αυτό τον δρόμο, που μου άνοιξε εύκολα και αβίαστα.
Για την προσωπική μου ανάπτυξη, εξακολουθώ να σπουδάζω και να μελετώ δασκάλους που με ελκύουν με τη γνώση και τη σοφία τους. Το μεταφυσικό σχολείο όπου ήμουν 5 χρόνια, η Συστημική Αναπαράσταση, η Gestalt για 2 χρόνια, το NLP, αποτελούν μέρος της διαδρομής μου, που ακόμα συνεχίζεται.